review for Poetic Asylum by Konstantina Georgelou | Greek

 ηλεκτρονικό περιοδικό ‘e-poema’ | Νοέμβριος 2008 

αντίσταση διαρκείας

Κωνσταντίνα Γεωργέλου

Στοιχείο μιας παράστασης χορού ή θεάτρου μπορεί να είναι η ποιητικότητα, η οποία χαρακτηρίζει την κίνηση, την σκηνοθεσία, το κείμενο και ούτω καθ’ εξής. Αναφερόμαστε σε στιγμές ταυτόχρονης έκφρασης ευαισθησίας και βίας που καλούν τον θεατή να «δεί τα πράγματα λίγο διαφορετικά» γιατι μέσω αυτών, δίπολες αντιθετικές έννοιες, όπως τις γνωρίζουμε στην καθημερινότητά μας, ταράζονται και συγχέονται.

Στο Ποιητικό Άσυλο η ποιητικότητα είναι η φύση και το θέμα του έργου. Οι δύο περφόρμερ χρησιμοποιούν πολλά εκφραστικά μέσα – δηλαδή λόγο, χορό, ζωγραφική, τραγούδι – μόνο και μόνο για να τα υπερβούν· χωρίς καμία διάθεση επιδεικτισμού, όπως είθισται στο θέατρο. Υπέρβαση εκφραστικών μέσων λοιπόν, σε μια παράσταση η οποία μιλά για την υπέρβαση κάθε έννοιας που είναι ερμητικά κλεισμένη σ’ ένα «κουτί»: κανονικά, για να υπάρχει το σωστό πρέπει να υπάρχει κάπου και το λάθος κι όπου υπάρχει το ψέμα, εκεί δίπλα βρίσκεται και η αλήθεια. Αντίθετες σχέσεις. Ξεχωριστές θέσεις. Πρόκειται λοιπόν για νοήματα εγκλωβισμένα μες στις λέξεις; Η’ για έννοιες-κουτιά, φαντάσματα, που μετακινούνται και καμιά φορά διαπερνούν το ένα τ’ άλλο; Τέτοιας φύσεως σκέψεις εκφράζονται αβίαστα και με αφοπλιστική ευθύτητα στο Ποιητικό Άσυλο αναστατώνοντας την ψευτο[κάθε λογής]ισορροπία του θεατή, μιας και η εν λόγω άτακτη μετακίνηση της σημασίας των εννοιών γίνεται η αιτία για σύγκρουση με τα όσα υποστηρίζει κανείς ότι κανονικά γνωρίζει.

Οι λέξεις έχουν μια δύναμη μεγαλύτερη απ’ αυτή που συνήθως τους επιτρέπει η καθημερινότητα ή η επιστήμη– έτσι, αποζητούν εδώ ποιητικό άσυλο. Πιθανώς είναι η ορμή της αδυναμίας τους που τις κάνει τόσο ευέλικτες και δυσλειτουργικές… ποιητικές, δηλαδή η «ανικανότητα» των λέξεων για παντοτινή εννοιολογική προσαρμογή, η οποία καθρεφτίζει και την ανικανότητα των ίδιων των ανθρώπων για εξημέρωση ή απόλυτη κατάταξη σε λεξικά, εγχειρίδια και αξιώματα.

Παράγωγο θέμα μας λοιπόν, η αντίσταση. Όχι μια αντίσταση πολιτική… τουλάχιστον όχι με την στενή ερμηνεία της λέξης. Είναι μάλλον μια αλλόκοτη αντίσταση διαρκείας, η οποία δεν έχει έναν ξεκάθαρο σκοπό αλλά πολλούς και εν κινήσει. Αν ο σκοπός ήταν μόνο ένας, τότε η ποιητικότητα και η αντίσταση που τη χαρακτηρίζει θα είχαν όρια. Πώς μπορεί να έχει όρια όμως κάτι ανεξέλεγκτο, κάτι ρέον, κάτι άμορφο – η ποιητικότητα;

Ο Georges Bataille έχει γράψει για το άμορφο (στην κυριολεξία πρόκειται γι’ αυτό που δεν έχει μορφή – τι θα μπορούσε να είναι αλήθεια κάτι χωρίς μορφή;!) πως είναι μια έννοια που ελκύει τα πάντα προς τα κάτω, αν υποθέσουμε γενικά ότι το κάθε τι έχει μορφή. Είναι δηλαδή μια έννοια με «αποστολή». Ώς παράδειγμα φέρνει το σύμπαν, και υποστηρίζει πως η θετική σκέψη του ανθρώπου θα ένιωθε μεγάλη ικανοποίηση αν μπορούσαμε να περιγράψουμε το σχήμα του σύμπαντος. Αυτό όμως είναι αδύνατον αφού το σύμπαν δεν μοιάζει με τίποτα, υπερβαίνει τα στενά ορθολογικά νοήματα των λέξεων και… είναι άμορφο.

Θα μπορούσαμε λοιπόν να σκεφτούμε πως στο Ποιητικό Άσυλο το άμορφο, μια έννοια λειτουργική – κι όχι στάσιμη –, επεμβαίνει στο λόγο τραβώντας τον προς τα κάτω, δηλαδή προς τα θεμέλια της γλώσσας· εκεί όπου οι λέξεις και οι σκέψεις κινούνται ασυγκράτητα· με μια σοφή παιδικότητα, θα λέγαμε. Αυτός ο λόγος αντιστέκεται στην ΄άνοδο΄, αν θεωρήσουμε ότι άνοδος σημαίνει επιστημονική πρόοδο και ορθολογική στάση ζωής. Γενικότερη σκέψη που προκύπτει απο την συγκεκριμένη παράσταση είναι ότι οι λέξεις (όπως και οι άνθρωποι!) ΄παραστρατούν΄, αποτυγχάνουν, λέγονται ΄λάθος΄, τονίζονται και σε άλλες συλλαβές, προκαλούν παρανοήσεις και συναισθήματα μαζί… κι όλα αυτά μέσα σε μια οργιαστική ποιητικότητα – ταυτόχρονη βία κι ευαισθησία – που καμιά φορά πληγώνει.

Δεν είναι φυσικά μια παράσταση με μόνο θέμα τον ποιητικό λόγο. Η ποιητικότητα για την οποία μιλάμε μεταφέρεται και μεταφράζεται απο το ένα θεατρικό στοιχείο στο άλλο. Και στην σύνθεσή τους δεν αναπαριστούν κάτι. Αντίθετα, παράγουν – είναι «εκτελεστικά». Συγκρούονται δηλαδή με την έννοια της «ορθότητας» ως αντίθετο του «λάθους» και συμμαχούν με την απλότητα, την παρερμηνεία και την αφαιρετικότητα. Αντιστέκονται. Ζητούν άσυλο. Κι ο θεατής νιώθει την πίε(οίη)ση.