Between -isms. How did Athenians react to Isadora in 1903
Μεταξύ -ισμών. Πώς αντέδρασαν οι ΑΘηναίοι στην Ισιδώρα το 1903.
(Διάλεξη στο Κέντρο Ισιδώρα και Ρεϋμόνδου Ντάνκαν στο Βύρωνα, στο πλαίσιο των εορτασμών για τα 110 χρόνια από την πρώτη επίσκεψη της Ντάνκαν στην Ελλάδα.)
Isadora’s humanism.
Isadora’s messianism.
Isadora’s feminism.
Isadora’s liberalism.
Isadora’s communism.
Isadora’s individualism.
Isadora’s populism.
Isadora’s hellenism.
Isadora’s Americanism.
Isadora’s neoclassisim.
Isadora’s modernism.
Όλοι οι παραπάνω -ισμοί ανήκουν στην Ντάνκαν, όμως η Ντάνκαν δεν ανήκε σε κανέναν από αυτούς. Στην ουσία όλοι αυτοί οι –ισμοί φανερώνουν τα πολλά πρόσωπα της Ντάνκαν τα οποία βεβαίως γέννησαν και τις πολλές αντιφάσεις της.
Η θέση που θα υποστηρίξω σήμερα είναι πως κατά την παραμονή της στην Αθήνα το 1903 η Ντάνκαν βρέθηκε ανάμεσα στα διασταυρούμενα πυρά δύο ελληνικών –ισμών του Δημοτικισμού και του Αρχαϊσμού (ή καλύτερα των οπαδών της καθαρεύουσας). Μιλώ για το γλωσσικό ζήτημα που ξεκίνησε ως μια διαμάχη στο χώρο της λογοτεχνίας κατά το δεύτερο μισό του 19ου αιώνα, αλλά σύντομα επεκτάθηκε σε ένα ζήτημα που αφορούσε κάθε πτυχή της ελληνικής ζωής από την εκπαιδευτική μεταρρύθμιση μέχρι την πολιτική και τον πολιτισμό, κατά τη διάρκεια του μεγαλύτερου μέρους του 20ου αιώνα.
Τη χρονιά που ήρθε η Ντάνκαν στην Αθήνα συσχετίστηκε με φοιτητές από συντηρητικούς πανεπιστημιακούς κύκλους, χόρεψε για ένα λαϊκό κοινό στο Δημοτικό θέατρο, τίμησε τον ίδιο το Βασιλιά Γεώργιο Ι με μια παράσταση στο Βασιλικό Θέατρο, ενώ σύχναζε στα σπίτια και τις εσπερίδες προοδευτικών διανοουμένων. Μπλέχτηκε δηλαδή άθελά της σε ένα σύνθετο πολιτικό-ιδεολογικό σκηνικό, το οποίο πιθανότητα και η ίδια δεν κατανοούσε πλήρως.
Όπως και να έχει η επίσκεψη της Ντάνκαν στην Ελλάδα δεν πέρασε στα ψιλά γράμματα. Οι Αθηναίοι έβρισκαν την παρουσία της αφενός μεν ενδιαφέρουσα και συναρπαστική αφετέρου δε προκλητική και ακατανόητη. Γράφτηκαν για αυτήν αμέτρητα κείμενα, άρθρα, αναφορές, ακόμα και ποιήματα, σοβαρά ή σατυρικά και γελοιογραφίες. Ενας μεγάλος όγκος των κειμένων αναφέρεται με ειρωνία σε αυτήν, εστιάζοντας στην αρχαιοελληνική της ένδυση και παρουσιάζοντάς τη σαν μια εκκεντρική, αλλοπαρμένη Αμερικανίδα, που έχει εμμονή με την αρχαία Ελλάδα. Κάποια κείμενα υπονοούν ή αναφέρονται ξεκάθαρα στην ασυγκράτητη σεξουαλικότητά της. Κάποια αναφέρονται στο χορό της και κολακεύονται από την αρχαιολατρεία της, ένω αλλά απορρίπτουν το εγχείρημα της αναβίωσης των αρχαίων χορών από μια Αμερικανίδα ως γελοίο. Ελάχιστα από αυτά, κινούνται πέρα από τον εντυπωσιασμό και επιχειρούν να κάνουν μια αποτίμηση της τέχνης της και σε σχέση με το παρελθόν και σε σχέση με το μέλλον του χορού.
Η ειρωνία με την οποία αντιμετωπίστηκε η Κυρία Ντούκαν ή Δόγκαν ή Δόνκαν, ή Δούγκαν ή Δέγκαν είναι παραπάνω από έκδηλη στις γελοιογραφίες του τύπου της εποχής. Η χορογράφος παρουσιάζεται να συνομιλεί με έναν παχύ Έλληνα ο οποίος υιοθετεί με χαρά το αρχαίο ένδυμα γιατί μπορεί να τρώει όσο θέλει χωρίς να ξεκουμπώνεται. Άλλη γελιογραφία δείχνει παράλυτους και τυφλούς που περπάτησαν ως το θέατρο όπου χόρευε η Ντάνκαν και βρήκανε το φως τους. Τέλος ένας κακοσχηματισμένος κύριος με αρχαιοελληνικό χιτώνα, ομπρέλλα και ψηλό καπέλο ανακυρήσσεται ‘ο Πρώτος Δογκανιστής’.
Σχετικά τώρα με την αρχαία ελληνική επιροή στην τέχνη της, η ίδια είχε δηλώσει1: ‘Άντλησα έμπνευση από τις ελληνικές πηγές. Για να ακριβολογήσω όμως, δεν προσπαθώ να αναβιώσω ελληνικούς χορούς. Αυτό είναι πρακτικά αδύνατο.’ Παρόλ’αυτά και η ίδια και ο τύπος, ελληνικός και ξένος, της εποχής έπαιξαν το ‘χαρτί’ της αρχαίας ελλάδας, προφανώς για λόγους εμπορικότητας.
Το πρόβλημα σχετικά με την αντιμετώπιση της Ντάνκαν εδώ στην Ελλάδα ήταν πως κάθετι που συνδεόταν με την αρχαιότητα ήταν επιφορισμένο με έντονα συναισθήματα. Να εξηγηθώ. Η Ελλάδα εδώ και κάποιες δεκαετίας είχε ριχτεί σύσσωμη σε μια προσπάθεια οικοδομήσης της εθνικής ταυτότητας πάνω στη βάση της γλώσσας και της θρησκείας. Η ταυτότητα αυτή έπρεπε να οικοδομηθεί πάνω στη σχέση της νεότερης Ελλάδας με την αρχαιότητα, μέσω του Βυζαντιού.
Η χρονιά που ήρθε η Ντάνκαν στην Ελλάδα, το 1903, στιγματίστηκε από τα λεγόμενα ‘Ορεστειακά’, κάποιες σφοδρές διαδηλώσεις που έγιναν με αφορμή την παράσταση της ‘Ορέστειας’ που παρουσιάστηκε στο Βασιλικό Θέατρο. Οι φοιτητές του πανεπιστημίου, με την υποστήριξη της Εκκλήσίας, διαδήλωναν ενάντια στη μετάφραση του αρχαίου κειμένου της Ορέστειας στη δημοτική, υποστηρίζοντας πως ήταν βέβηλη και αποτελούσε ‘παρωδίαν των εθνικών κειμηλίων’2. Τα γεγονότα πήραν πολύ μεγάλες διαστάσεις, με έναν νεκρό και δέκα τραυματίες.
Η Ντάνκαν βρέθηκε λοιπόν στην Αθήνα εν μέσω αυτών των αναταραχών ‘υπέρ της αρχαίας ελληνικής γλώσσας’ και με χαρά συμμετείχε σε αυτές στο πλαί των φοιτητών. Μάλιστα ανέπτυξε και στενότερη σχέση με αυτούς αφού τη βοήθησαν στη μελέτη του αρχαίου δράματος που είχε ξεκινήσει, με σκοπό να χορογραφήσει τα χορικά από τις Ικέτιδες του Αισχύλου. Επίσης οι φοιτητές τη βοήθησαν να εξασφαλίσει το Δημοτικό Θέατρο για παραστάσεις, οι οποίες σύμφωνα με έντυπα της εποχής είχανε τεράστια απήχηση.
Η επιτυχία τους ήταν τέτοια που με παρέμβαση του ίδιου του βασιλιά Γεώργιου Ι η παράσταση επαναλήφθηκε στο Βασιλικό Θέατρο (στο κτίριο του σημερινού εθνικού δηλαδή) για ένα κοινό που περιελάμβανε τη βασιλική οικογένεια καθώς και λόγιους της εποχής. Να σημειώσω εδώ οτι στα Ορεστειακά το παλάτι είχε πάρει θέση υπέρ της μετάφρασης του αρχαίου κειμένου, οπότε φαντάζομαι οτι ο συσχετισμός της Ντάνκαν με το Βασιλιά δε θα ευχαρίστησε ιδιαίτερα τους νεαρούς φοιτητές φίλους της. Ο Βασιλιάς μάλιστα έδειξε τόσο ενδιαφέρον για εκείνη που την επισκέφτηκε στο σπίτι της στο Βύρωνα, όπως και αρκετοί άλλοι αστοί και διανοούμενοι της εποχής.
Άρα λοιπόν, η αγάπη της Ντάνκαν για την αρχαία ελλάδα την έκανε δημοφιλή ή αντιπαθή στους Έλληνες ανάλογα με το πώς έβλεπαν οι ίδιοι τη σχέση της νεότερης Ελλάδας με την αρχαιότητα. Χαρακτηριστικό παράδειγμα ήταν ο Βάσσος Κανέλος, μεγάλος θαυμαστής της, ο οποίος δεν κατάφερε να δώσει μια σύγχρονη πτυχή στη χορευτική του τέχνη, ώντας πλήρως αφοσιωμένος στην ιδέα της αναβίωσης του αρχαίας όρχησης. Πέρα όμως από το αρχαιοελληνικό στοιχείο, πολλές προοδευτικές προσωπικότητες της εποχής έλκονταν κοντά της λόγω του ελεύθερου τρόπου ζωής της, των ανθρωπιστικών και φιλελεύθερων ιδεών που ενσάρκωνε, της γυναικείας μορφής που αντιπροσώπευε και του μαγικού τρόπο με τον οποίο έκανε τη ζωή και την τέχνη της, ένα.
Το ζήτημα για μένα είναι πόσοι ήταν αυτοί που είδαν πέρα από την αρχαιοελληνική πτυχή του χορού της Ντάνκαν, ώστε να αναπτύξουν μια ουσιαστική συζήτηση γύρω από τη σημασία και το νόημα του χορό της. Φαίνεται πως, όπως έγινε και στα Ορεστειακά, τα συναισθήματα που προέκπταν από ιδεολογικές συγκρούσεις όπως ήταν το γλωσσικό πρόβλημα, κάλυπταν την ουσία της συζήτησης που θα μπορούσε να αναπτυχθεί.
Από τους ανθρώπους του πνεύματος που γνώρισαν ή έγραψαν για την Ντάνκαν ξεχωρίζω την Καλλιρόη Παρρέν, εκδότρια του φεμινιστικού εντύπου ‘Η Εφημερίς των Κυριών’. Γιατί εκείνη ήταν από τους λίγους που παρέκαμψαν το αρχαιοελληνικό ζήτημα και μιλήσαν για άλλες πτυχές του χορού της Ντάνκαν. Για παράδειγμα σε άρθρο της η Παρέν επικεντρώνει την προσοχή της στο σώμα και το θάνατό του, που, όπως υποστηρίζει, συμπίπτει χρονικά με το θάνατο του αρχαίου πνεύματος. Φαίνεται όμως οτι προτεραιότητα της Παρρέν δεν είναι να πρωθήσει την ιδέα της αναβίωσης της αρχαίας όρχησης, αλλά να επισημάνει τη σημασία της απελευθέρωσης του σώματος στη σύγχρονη εποχή. Με άλλα λόγια η Παρρέν συνδέει την Ντάνκαν με το μέλλον του χορού και όχι με το παρελθόν, πράγμα που θεωρώ πολύ σημαντικό.
Θα μου πείτε λογικό είναι μια φεμινίστρια να κρατήσει αυτήν τη στάση απέναντι σε μια μεγάλη γυναικεία μορφή. Η Ντάνκαν κινούνταν και χόρευε με άνεση και θράσσος στο δημόσιο χώρο, σε μια εποχή που η έξοδος και μόνο της γυναίκας από την ‘ιδιωτική σφαίρα’ είχε έντονο πολιτικό και κοινωνικό συμβολισμό. Συναναστράφηκε χωρίς αναστολές με άντρες διανοούμενους, χόρεψε σε ιδιωτικές συγκεντρώσεις σε σπίτια της Κηφισιάς, μίλησε ανοιχτά για την ελευθερία του σώματος και του πνεύματος. Όμως πολλές προοδευτικές και μορφωμένες γυναίκες της εποχής είχαν την αντίθετη άποψη για το χορευτικό σώμα.
Σε άρθρο του 1903, στην εφημερίδα Νέον Αστυ, με τίτλο ‘Αι γυναίκαι που ομιλούν’ μια ανώνυμη γυναίκα γράφει: Εφέτος έχω σκοπόν να ομιλήσω περισσότερον από άλλοτε. Να μην παίξω χαρτιά και να μη χορεύσω… Προσοχή! Η μηχανική κίνησις των ποδών φονεύει την ετοιμότητα και πνίγει την παρρησίαν του πνέυματος. Προβλέπω προσεχή τη καταδίκην του χορού. Μου φαίνεται οτι σιγά σιγά ο χορός θα μείνει ιδιοκτησία και φροντίς των μις Δούγκαν του μέλλοντος… Αι ανοησίαι των ανθρώπων που χορεύουν είναι κάτι αποτρόπαιον όταν απευθύνονται προς τας κυρίας που δεν χορεύουν αλλά ομιλούν.”
Έτσι λοιπόν η Ντάνκαν μπλέχτηκε και στις αντιφάσεις του ίδιου του ελληνικού φεμινιστικού κινήματος. Μη ξεχνάμε οτι οι γυναίκες είχαν πολύ πρόσφατα κερδίσει το δικαίωμα στην εκπαίδευση και στην εργασία και για το λόγο αυτό αγωνίζονται να αποδείξουν τις πνευματικές τους ικανότητες3.
Στην επόμενη επίσκεψή της, το 1915, η Ισιδώρα βρέθηκε ξανά στο μάτι του κυκλώνα, αφού έφτασε μια μέρα πριν την παραίτηση του Βενιζέλου, στην διαμάχη του με τον Βασιλιά γύρω από το θέμα της εισόδου της Ελλάδας στον πρώτο παγκόσμιο πολέμο, ενώ δηλαδή γράφονταν οι πρώτες σελίδες της ιστορίας του εθνικού διχασμού. Μάλιστα, ενώ παραχωρούσε γεύμα στο Μεγάλη Βρετανία για μια παρέα φίλων φιλοβασιλικών, σε μια στιγμή πολιτικής συνειδητοποίσης και ενθουσιασμού, βγήκε στην πλατεία Συντάγματος σε ένδειξη υποστήριξης του Βενιζέλου και χόρεψε τραγουδώντας τη Μασσαλιώτιδα και αναφωνώντας ‘Vive La France!’ Το 1920 ξαναήρθε στην Ελλάδα, έχοντας ζητήσει επισήμως από τον Βενιζέλο να τη στηρίξει με τα σχέδιά της να ανοίξει σχολή χορού στην Ελλάδα. Ο Βενιζέλος είχε ανταποκριθεί, αλλά λίγο μετά τον ερχομό της Ντάνκαν, το πολιτικό σκηνικό ανατράπηκε ξανά4, τα σχέδια της Ντάνκαν ματαιώθηκαν και εκείνη έφυγε απογοητευμένη από την Ελλάδα.
Η πραγματικότητα λοιπόν παραμένει, πως η μεγάλη αυτή χορεύτρια δεν κατάφερε να αφήσει το σημάδι της στα ελληνικά χορευτικά πράγματα, εν μέρη λόγω κακών συγκυριών, εν μέρει λόγω ακριβώς της περίπλοκης ιδεολογικής σύγκρουσης που περιέβαλε τη σχέση της σύγχρονης Ελλάδας με το ‘ένδοξο παρελθόν’ της και εν μέρη λόγω του οτι, παρόλες τις δικές της αντιφάσεις, η Ντάνκαν παρέμενε πολύ προοδευτική για την αρκετά συντηρητική τότε Αθηναϊκή κοινωνία.
Η ίδια η ζωή της Ντάνκαν μοιάζει να είναι προϊόν μιας συνεχούς διαπραγμάτευσης ανάμεσα σε αντιφατικές ιδέες και θεωρίες, μεταξύ δηλαδή διαφόρων –ισμών.
1 σε συνέντευξή της σε Αμερικάνικο περιοδικό με τίτλο ‘Σαν αρχαίο ελληνικό ανάγλυφο που ζωντανεύει, η Ντάνκαν καταπλήσσει το Παρίσι’.
2 Ευαγγελικά-Ορεστειακά, Νεώτερες πιέσεις και κοινωνικές αντιστάσεις (κείμενο της Άλκηστις Βερέμη: Ευαγγελικά-Ορεστειακά. Το Χρονικό)
3 Δικαίωμα ψήφου απέκτησαν το 1934.
4 Όταν πέθανε ο Βασιλιάς Αλέξανδρος από δάγκωμα του πιθήκου που κρατούσε σαν κατοικίδιο.
Μέντη Μέγα
Ενδεικτική Βιβλιογραφία:
PETER MACKRIDGE, «Language and national identity in Greece, 1766-1976», Oxford, 2009
ΒΑΡΙΚΑ Ελένη, «Η εξέγερση των κυριών, η γένεση μιας φεμινιστικής συνείδησης στην Ελλάδα 1833-1907», Κατάρτι, Αθήνα 1996
ΈΛΕΝΑ ΠΑΤΡΙΚΙΟΥ, «Το γλωσικό ζήτηση ως προκάλυμα της ερμηνευτικής απορίας· η περίπτωση της σκηνικής αναβίωσης της τραγωδίας» από τον τόμο ‘Ευαγγελικά (1901) – Ορεστειακά (1903), Νεωτερικές Πιέσεις και Κοινωνικές Αντιστάσεις / Επιστημονικό Συμπόσιο’, Εταιρεία Σπουδών νεοελληνικού πολιτισμού και γενικής παιδείας, 2005
ΡΈΝΑ ΣΤΑΥΡΊΔΗ &ΈΛΕΝΑ ΠΑΤΡΙΚΙΟΥ, «Παλαιές ιδέες και νέοι φόβοι» από τον τόμο ‘Ευαγγελικά (1901) – Ορεστειακά (1903), Νεωτερικές Πιέσεις και Κοινωνικές Αντιστάσεις / Επιστημονικό Συμπόσιο’, Εταιρεία Σπουδών νεοελληνικού πολιτισμού και γενικής παιδείας, 2005
ANN DALY, «Done into Dance, Isadora Duncan in America», Wesleyan University Press, 1995
ΘΟΔΩΡΟΣ ΓΡΑΜΜΑΤΑΣ, «Το ελληνικό θέατρο στον 20ό αιώνα, Πολιτισμικά πρότυπα και πρωτοτυπία», Εξάντας, 2002
ΚΑΝΕΛΟΣ Βάσσος, «Η αρχαία ελληνική όρχησις, και η Ισαδώρα Δούγκαν», Αθήνα 1967
ΝΤΑΝΚΑΝ Ιζαντόρα, «Η ζωή μου», μτφ. Άννα Σικελιανού, Νεφέλη, Αθήνα 199
ΑΛΚΗΣ ΡΑΦΤΗΣ, «Isadora Duncan Album», Τρόπος Ζωής / Ελληνικοί χοροί – Θέατρο “Δώρας Στράτου”,
PETER KURTH, «Isadora, a sensational life» (βιογραφία), Αbacus, 2001
Τεύχη της Εφημερίδας Άστυ του 1903 [Πρωτογενής έρευνα στο παράρτημα της Βιβλιοθήκης της Βουλής στη Λένορμαν (Καπνεργοστάσιο)]
Τεύχη του περιοδικού «Η εφημερίς των Κυριών», του 1903, της Καλλιρόης Παρρέν [Πρωτογενής έρευνα στο παράρτημα της Βιβλιοθήκης της Βουλής στη Λένορμαν (Καπνεργοστάσιο)].