Review for ‘Transforming Me, a bilingual solo’ | Panagiotis Logginidis
press here to go straight to review in parallaxi magazine
Ποιό είναι το πραγματικό δίπολο;
του Παναγιώτη Λογγινίδη
Κι αν πάντα το ανθρώπινο ον παραπαίει μεταξύ δύο πλευρών, δύο συμπεριφορών, δύο ανθρώπων, κι αν το δίλημμα είναι πραγματικό και αιώνιο και ταυτίζεται με τη διαπίστωση του Ηράκλειτου περί ταύτισης του καλού και του κακού, των δύο αυτών φαινομενικά διάφορων τάσεων στην ίδια ολότητα, άραγε για ποιο λόγο βάζουμε πάντα τον εαυτό μας στην άβολη αυτή ανισορροπία που έτσι κι αλλιώς μοιραία θα μας οδηγήσει στην ίδια πάντα απάντηση, στην αναπόφευκτη επιλογή μας;
Σε αυτόν τον κόσμο μας πέταξε χωρίς σωσίβια η παρουσίαση της Μέντη Μέγα στις, 7 Ιουλίου, και μας ανάγκασε με τρόπο ύπουλο αλλά εξόχως ποιητικό ή κατά άλλους πολιτικό να βρεθούμε μπρος στον καθρέπτη της σκιάς μας, του πιο χαρακτηριστικού δείγματος του αιώνιου άλλου, που θέλουμε δε θέλουμε, μας ακολουθεί τουλάχιστον ως το θάνατό μας.
Πολύ καλή ερμηνεία από την καλλιτέχνιδα που πλαισίωσε το μοναδικό σώμα της παράστασης, το δικό της ευλύγιστο, με λόγο επαρκή, ρέοντα και πραγματικά σύγχρονο. Τα δίπολα της παράστασης πολλά. Αγγλικά ή ελληνικά; Γραπτός λόγος ή προφορικός; Κίνηση ή ακινησία; Σκέψη ή επιβίωση; Κυρίως όμως το σώμα ή οι λέξεις; Ποιο από τα δύο κινείται πιο εύκολα; Πιο εντυπωσιάζει αμέσως, μόνο με την ένταξή του στο χώρο;
Η καλλιτέχνιδα, σαφώς πιο δυνατή στην κίνηση του σώματος, δεν το λυπήθηκε καθόλου. Το χτύπησε αβυσσαλέα στον τοίχο του βλέμματός μας, το έπλασε με τα χέρια της, το κούνησε από δω, το πήγε από κει και το ξεκούρασε στις επαναλήψεις του σύγχρονου ανθρώπου που δε χαρίζεται ούτε σε μία νέα σε εμπειρίες κίνηση. Το σώμα ήταν πολύ. Δεν το τσιγκουνεύτηκε καθόλου η Μέντη. Μας το παρέδωσε με τρόπο δωρικό αλλά γεμάτο με μικρές τσαχπινιές, σαν την κάθε «ιερά σινδόνη» που παραδίδει ο ιερέας στα χέρια του θεού του. Και μεις το πήραμε με ευλάβεια όχι θρησκευτική αλλά ανθρωπιστική και το χρησιμοποιήσαμε κατά το δοκούν. Τι μπορείς να κάνεις ως θεατής με ένα σώμα; Ό,τι σου επιτρέπει ο ιδιοκτήτης καλλιτέχνης του. Και μεις εδώ κατακλυστήκαμε από το ένα σώμα που είχαμε μπροστά μας.
Από την άλλη, ο λόγος. Εδώ δεν είναι εν αρχή. Εδώ έπεται της εικόνας αλλά έχει την ίδια σημασία και όπως λέμε είναι όντως το δίπολο της ύλης, Αν το σώμα είναι το αριστερό κομμάτι ενός σώματος, ο λόγος είναι το δεξί, το φαντασιακό. Καλό επίπεδο λόγου, με ελάχιστες αστοχίες που όμως δε σταμάτησε ούτε λεπτό να χορεύει ταγκό με το σώμα της περφόρεμ. Έξυπνος λόγος, γεμάτος χιούμορ, σύγχρονος, ελαφρύς αλλά όχι επιπόλαιος. Μάλιστα τόσο δεμένος ήταν με το σώμα που έβλεπες σιγά σιγά να αφαιρούνται από το σώμα τα χέρια και τα πόδια και να αναπτύσσονται στο λόγο που πρώτα είναι προφορικός στην περφόρμανς και μετά γραπτός. Κατάφερε λοιπόν η παράσταση να αφαιρέσει από το σώμα τα μέλη που προεξέχουν καθιστώντας το ανά στιγμές ανάπηρο και μετά πάλι να το αποκαθιστά, όσο το επιτρέπει ο λόγος. Σπουδαίο κατόρθωμα να αποφύγει το δυισμό σώματος-λόγου και να μας προσφέρει σε δίσκο έτοιμη την ολότητα των δύο. Ωραία σύζευξη, ωραίο αποτέλεσμα. Γρήγορο για το παρελθόν και αργό για το παρόν. Έτσι για να συγχέει τα πράγματα, εάν θεωρούμε ότι όλα πάνε καλά και απλά συμβαίνουν. Όμως τελικά αντιλαμβανόμαστε ότι δε συμβαίνουν απλά. Έχουν αιτίες και αποτελέσματα. Και το θέαμα καταφέρνει αρκετά να μας φέρνει προ των ευθυνών μας. Γιατί το σώμα συνθλίβεται ανάμεσα στο χρόνο και τα δίπολα και γιατί ο λόγος εγκλωβίζεται στο χρόνο και τα δίπολα; Σε τι διαφέρουμε από το αρχέτυπο και τον πρώην άνθρωπο; Σε τι με ξεπερνάει ο πρόγονός μου και εγώ σε τι θα ξεπερνάω το εγγόνι μου ή μήπως δε θα μπορώ να του διδάξω κάτι λόγω του χρόνου και του Χρόνου που πια δε διακρίνω τη διαφορά τους, ενώ κινούμαι επαναληπτικά ανάμεσά τους;
Καλός διάλογος της καλλιτέχνιδας μέσα σε ένα τρίγωνο διαχρονικό, το σώμα της, τους θεατές και το λόγο. Προφανώς η ίδια με δυσκολία ερμηνεύει τη διπλή της εθνική ταυτότητα και αυτό δε φοβάται να το μεταγγίσει στο κοινό, με όσο πιο γκροτέσκ τρόπο γίνεται. Αυτό είμαστε, στη διπλή μας υπόσταση: ανίκανοι να αντιδράσουμε πέρα από την ερμηνεία. Δεν εξηγούνται όλα στη ζωή οπότε το καλύτερο που έχεις να κάνεις είναι να τα εντοπίσεις και να προσπαθήσεις να τα δικαιολογήσεις. Ακολουθώντας την εποχή σου. Αυτό μας λέει η περφόμερ: δες τι σου έχει συμβεί και προσπάθησε να το επιβραδύνεις αν όχι να το σταματήσεις, αν και οι ταχύτητες πια δε στο επιτρέπουν. Μάλιστα τόσο πολύ τρέχει το σώμα ανάμεσα στα ψεύτικα διλήμματα που του θέτεις ώστε αποτέλεσμα αυτής της συμπεριφοράς είναι η αγένεια και η επιθετικότητα.
Κατόπιν αυτών θα λέγαμε ότι το έργο προσπαθεί να μας προσγειώσει μαλακά στη γη, θυμίζοντας μας τη δύναμη του λόγου που καθίσταται στις μέρες μας κενός ενώ η παρέμβαση του κοινού μοιάζει άχαρη όταν η καλλιτέχνιδα την επιζητά. Μάλλον δεν είναι καιρός για συνδιαμορφώσεις και αυτό δε θέλει να το παραδεχτεί η χορεύτρια μέσα στη ρομαντική της αφέλεια. Ωστόσο, η θλίψη αυτής της διαπίστωσης μοιάζει με ανακούφιση παρά με απογοήτευση στο τέλος της παράστασης. Και αυτό το οφείλουμε τόσο στη δραματουργία του έργου όσο και στο μινιμαλιστικό του έμμετρο λόγο.